Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

 Ιερά Μονή Βατοπεδίου: Ελληνική, παλαιότερα ιδιόρρυθμη και νυν κοινόβια, γιορτάζει τον Ευαγγελισμό  της  Θεοτόκου, στις 25 Μαρτίου. (Υπάρχει και παλαιότερη γραφή Βατοπαιδίου, που συνδέεται με την παράδοση διάσωσης του γιού του Μεγάλου Θεοδοσίου Αρκαδίου, που ναυάγησε κοντά στο Άγιον  Όρος και βρέθηκε θαυματουργικά σώος κοντά σε μία βάτο, από τις πολλές που υπήρχαν  κοντά στο μοναστήρι. Η γραφή Βατοπεδίου θεωρείται ορθότερη.) 


   Βρίσκεται κοντά στη θάλασσα, ανάμεσα στις Μονές Εσφιγμένου και του Παντοκράτορα. Η ονομασία της δεν είναι γνωστό από πού προέρχεται. Πιθανώς όμως έχει σχέση με τα βάτα που αφθονούν στην περιοχή (βατοπέδιον). Χτίστηκε στη θέση της αρχαίας πόλης Δίον, της οποίας αρκετά λείψανα διακρίνονται και σήμερα (ιδιαίτερα σαρκοφάγοι, αρχιτεκτονικά κομμάτια και αγάλματα, που ενσωματώθηκαν στις οικοδομές της μονής).
  Κατά  τη παράδοση η μονή αυτή, της οποίας το Καθολικόν είχε κοσμηθεί  με κίονες από τη Ρώμη και εγκαινιασθεί δήθεν ήδη από τον πατριάρχη Νεκτάριο (381-397), τελείως ερημώθηκε από πειρατικές επιδρομές των Σαρακηνών πειρατών, οι  οποίοι διέσχιζαν το Αιγαίον πέλαγος και τα παράλια του Άθω και συνεχώς λεηλατούσαν. Η παράδοσις λέγει, ότι ο εκκλησιάρχης του Βατοπεδίου κατά την επιδρομήν αυτή των Σαρακηνών  και πριν αιχμαλωτισθεί, πήρε και έρριψεν στο ιερό φρέαρ, που ευρίσκετο στο καθολικό, το κατεξοχήν παλλάδιο της μονής, δηλαδή τη θαυματουργή  εικόνα της Θεοτόκου. Όταν δε ελυτρώθη από την  αιχμαλωσία ο εκκλησιάρχης και επέστρεψε στο Βατοπέδιον βρήκε κατά θείαν χάριν και πάλι την εικόνα της Θεοτόκου  «επιπλέουσα στο νερό»   του φρέατος και   φωτιζόμενη κατά θαυμαστό τρόπο από λαμπάδα. Βραδύτερον, επί  Οσίου Αθανασίου του ιδρυτού της μεγάλης Λαύρας, ελκυσθέντες από τη φήμη του, τρεις πλούσιοι άρχοντες από την Αδριανούπολη, ο Αθανάσιος, ο Νικόλαος και ο Αντώνιος, μαθητές του οσίου Αθανασίου, ήλθαν στο Άγιον Όρος για να μονάσουν και ανεδείχθησαν, με τη συμπαράσταση του Αθανασίου του Λαυριώτου, νέοι κτήτορες της μονής του Βατοπεδίου, η οποία  ιδρύθηκε μεταξύ 972 και 985 και έλαβε τα δευτερεία, ήτοι την πρώτην τάξιν μετά την Μεγάλην Λαύραν, τα οποία διατηρεί μέχρι σήμερα, ενώ την τρίτη θέση, δηλαδή πρώτη μετά το Βατοπέδιον, είχε από ποιό παλαιά χρόνια η μονή των  Ιβήρων. (Εγκ. Ελευθερουδάκη, σ. 413)
  Τον 18ο αιώνα γνώρισε ιδιαίτερη ακμή και,εκτός από τις εκτεταμένες ανακαινίσεις των κτηρίων της, χρηματοδότησε τη λειτουργία της Αθωνιάδος Σχολής, που είχε ιδρυθεί το 1743, σε χωριστό κτήριο, κοντά στη μονή. Από το κτήριο της Αθωνιάδος σώζονται σήμερα αρκετά ερείπια.
  Το καθολικό, μέσα στην ευρύχωρη αυλή, είναι κτίσμα του 10ου-11ου αιώνα και ακολουθεί σε γενικές γραμμές τον αρχιτεκτονικό τύπο του καθολικού της Λαύρας.
   Η βιβλιοθήκη είναι από τις πλουσιότερες του Αγίου Όρους τόσο σε έντυπα, όσο και σε χειρόγραφα, πολλά από τα οποία διατηρούν άριστες μικρογραφίες βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης.
   Στη Μονή ευρίσκονται: η ζώνη  της  Θεοτόκου τό μοναδικό κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της και οι περισότερες θαυματουργές εικόνες.


Εξαρτήματατης Ι.Μονής είναι:

1. Η σκήτη του Αγίου Ανδρέα , και
2. Η Σκήτη του Αγίου Δημητρίου

Η ΤΙΜΙΑ ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ 
 Τό ιερότερο κειμήλιο τής μονής Βατοπεδίου
(Ιστορικό σύμφωνα με μοναχικές παραδόσεις)

Η ζώνη  της  Θεοτόκουδιαιρεμένη  σήμερα  σε τρία τεμάχια, είναι τό μοναδικό κειμήλιο που σώζεται από την επίγεια ζωή της. Σύμφωνα με την παράδοση, η ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες κα­μήλας από την ίδια τη Θεοτόκο, και μετά την κοίμηση Της, κατά τη μετάσταση της, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά. Κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες φυλασσό­ταν στα Ιεροσόλυμα, και τον 4ο αιώνα τη συναντούμε στη Ζήλα της Καππαδοκίας. Τον ίδιο αιώνα ο Μ. Θεοδόσιος την επανέφερε στα Ιεροσόλυμα, απ' όπου τελικά ο γιος του Αρκάδιος τη μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί κα­τατίθεται κατ' αρχάς στο ναό των Χαλκοπρατείων, για να καταλήξει αργότερα στο ναό των Βλαχερνών από τον αυ­τοκράτορα Λέοντα (458). Επί της βασιλείας τού Λέοντος ΣΤ' τού Σοφού (886-912) μεταφέρεται στο παλάτι όπου θεραπεύει την ασθενή σύζυγο του αυτοκράτειρα Ζωή. Αυ­τή, χάριν ευγνωμοσύνης προς τη Θεοτόκο, κέντησε με χρυσή κλωστή όλη τη ζώνη, έτσι όπως φαίνεται ως σήμερα. Τον 12ο αιώνα, και συγκεκριμένα στα χρόνια της βασι­λείας τού Μανουήλ Α' Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθη­κε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31 η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα γιορταζόταν μαζί με την εορτή της Εσθήτος της Θεοτόκου, την 1 η Ιουλίου. Στην Κωνσταντινούπο­λη παρέμεινε ή τίμια ζώνη ως τον 12ο αιώνα, όταν, σε μία ήττα του Ίσαακίου από το βασιλιά της Βουλγαρίας Ασάν (1185), κλάπηκε και μεταφέρθηκε στή Βουλγαρία, απ' όπου αργότερα περιήλθε στα χέρια των Σέρβων. Στη μονή Βατοπαιδίου τη δώρισε ο κνέζης της Σερβίας Λάζαρος Α' (1372-1389) μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του Τιμίου Σταυρού. Από τότε φυλάσσεται στο ιερό βήμα του καθολικού. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας οι αδελφοί της μονής πρα­γματοποίησαν περιοδείες στην Κρήτη, Μακεδονία, Θράκη, Κωνσταντινούπολη και Μικρά Ασία προς αγιασμό και στή­ριξη του υπόδουλου ελληνισμού και απαλλαγή από κάθε λοιμικήα σθένεια.           
Άπειρα είναι τα θαύματα που έχει επιτελέσει κατά και­ρούς η τιμία ζώνη· από αυτά θα αναφερθούμε  μόνο στα παρακάτω:                                                   
Κάποτε η τιμία ζώνη προσκλήθηκε από τους κατοίκους της Αίνου, και οι «αγιαζωνήτες» Βατοπαιδινοί φιλοξενή­θηκαν στην οικία ενός ιερέα, του οποίου η σύζυγος κρυφά αφαίρεσε ένα τεμάχιο της. Όταν οι πατέρες επιβιβάσθη­καν στο πλοίο για να αναχωρήσουν, αν και η θάλασσα ήταν γαλήνια, το πλοίο έμενε ακίνητο. Βλέποντας η πρεσβυ­τέρα το παράξενο αυτό φαινόμενο αισθάνθηκε το σφάλμα της και παρέδωσε στους πατέρες το τεμάχιο της ζώνης, οπότε το πλοίο μπόρεσε αμέσως να αποπλεύσει. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού κατασκευάσθηκε τότε ηδεύτερη θή­κη, όπου φυλάσσεται ως σήμερα αυτό το τεμάχιο.
Κατά την επανάσταση του 1821, ύστερα από παράκληση του λαού της Κρήτης που μαστιζόταν από την πανώλη, με­ταφέρθηκε η αγία ζώνη στο νησί. Όταν όμως ετοιμάσθη­καν οι μοναχοί να επιστρέψουν στη μονή τους συνέλαβαν οι Τούρκοι και τους οδήγησαν στην αγχόνη, όμως η αγία ζώνη εξαγοράσθηκε από τον πρόξενο της Αγγλίας Δομένικο Σανταντώνιο. Από εκεί η ζώνη μεταφέρθηκε στη Σαν­τορίνη, στη νέα κατοικία του προξένου. Η είδηση μεταδό­θηκε σε όλο το νησί, και μετά από ενημέρωση της μονής από τον επίσκοπο του νησιού, στάλθηκε ο προηγούμενος Διονύσιος, το 1831, στη Σαντορίνη. Ο πρόξενος ζήτησε για την απόδοση της αγίας ζώνης 15.000 γρόσια, και ο λαός με συγκινητική προθυμία συγκέντρωσε το ποσό. Έτσι εξαγοράσθηκε η αγία ζώνη, και ο προηγούμενος Διονύσιος την επανέφερε στη μονή Βατοπαιδίου.
Ότι όμως συνέβη στην Αίνο με τη σύζυγο του ιερέα, το ίδιο περίπου επαναλήφθηκε και με τη σύζυγο του προξέ­νου. Αυτή, κρυφά από το σύζυγο της, είχε κόψει ένα τεμά­χιο της άγιας ζώνης προτού την παραδώσουν στον προη­γούμενο Διονύσιο, με αποτέλεσμα μετά από σύντομο χρο­νικό διάστημα ο σύζυγος της να πεθάνει ξαφνικά, και η μη­τέρα με την αδελφή της να ασθενήσουν βαριά. Γι' αυτό, με επιστολή της το 1839, παρακάλεσε τη μονή να στείλει εκ­προσώπους για να παραλάβουν το τεμάχιο.
 Το 1864 η άγια ζώνη μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινού­πολη, εξαιτίας της χολέρας πού μάστιζε τους κατοίκους της πόλης. Μόλις πλησίασε το καράβι στο λιμάνι ή χολέρα έπαυσε, και κανένας από τους ασθενείς δεν πέθανε. Αυτό το παράδοξο θαύμα κίνησε την περιέργεια του σουλτάνου, που προσκάλεσε την τιμία ζώνη στα ανάκτορα για να την ασπασθεί.
    Κατά το διάστημα της παραμονής της άγιας ζώνης στην Κωνσταντινούπολη, ένας Έλληνας κάτοικος του Γαλατά ζή­τησε να μεταφερθεί στην οικία του, γιατί ό γιος του ασθε­νούσε βαριά. Όταν όμως έφθασε η άγια ζώνη στην οικία του ασθενούς, εκείνος είχε ήδη πεθάνει. Οι πατέρες όμως δεν απελπίσθηκαν, αντίθετα, ζήτησαν να δουν τον νεκρό, και μόλις τοποθέτησαν επάνω του την τιμία ζώνη αυτός αναστήθηκε.
   Το 1894 η τιμία ζώνη προσκλήθηκε στη Μάδυτο της Μι­κράς Ασίας, εξαιτίας μιας επιδημίας ακρίδας πουκατέ­στρεφε τα δέντρα και τους αγρούς. Όταν το πλοίο πού με­τέφερε τη ζώνη έφθασε στο λιμάνι ο ουρανός καλύφθηκε από σύννεφα ακρίδων, που άρχισαν να πέφτουν στη θά­λασσα, ώστε το πλοίο να δυσκολεύεται να αγκυροβολήσει. Βλέποντας οι κάτοικοι της Μαδύτου το θαύμα έψαλλαν συνεχώς από την παραλία το «Κύριε ελέησον».
Ως τις ήμερες μας η ιμία ζώνη συνεχίζει να επιτελεί πάρα πολλά θαύματα, και ειδικά στις στείρες γυναίκες, στις ο­ποίες, όταν το ζητήσουν, δίδεται τεμάχιο κορδέλας από τη θήκη της ζώνης και, εάν έχουν πίστη, καθίστανται έγκυες.


ΟΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ 
(Ιστορικό σύμφωνα με μοναχικές παραδόσεις)


Παναγία Βηματάρισσα ή Κτητόρισσα

  Βρίσκεται στη θέση του συνθρόνου του ιερού βήματος και σχετίζεται με την έξης παράδοση. Τον 10ο αιώνα, κατά τη διάρκεια επιδρομής των Αράβων στη μονή, ό ιερο­διάκονος Σάββας, βηματάρης τότε, πρόλαβε και έκρυψε μέ­σα στο πηγάδι του ιερού βήματος την εικόνα και το σταυρό του Μ. Κωνσταντίνου, τοποθετώντας μπροστά τους και μία αναμμένη λαμπάδα. Οι Άραβες λεηλάτησαν τη μονή, και ο Ιεροδιάκονος Σάββας μεταφέρθηκε αιχμάλωτος στην Κρή­τη, απ' όπου ελευθερώθηκε μετά από εβδομήντα χρόνια και επέστρεψε στη μονή. Οι νέοι μοναχοί, που δεν γνώριζαν τί­ποτε για τα κρυμμένα κειμήλια, άνοιξαν, με υπόδειξη του, το πηγάδι και βρήκαν την εικόνα και το σταυρό όρθια πάνω στο νερό και τη λαμπάδα ακόμη αναμμένη. 
   Ή εικόνα αυτή λέγεται και «Κτητόρισσα», γιατί η ανεύ­ρεσή της έγινε την εποχή των τριών κτητόρων της μονής, Αθανασίου, Νικολάου και Αντωνίου. Σε ανάμνηση μάλιστα του θαύματος εκείνου ψάλεται παρακλητικός κανόνας στην Ύπεραγία  Θεοτόκο κάθε Δευτέρα εσπέρας, και κάθε Τρίτη τελείται στο καθολικό θεία λειτουργία. 
     Και ένα άλλο περιστατικό συνδέεται με την εικόνα αυτή. Κάποτε ένας μοναχός δυσκολευόταν να κατανοήσει το νό­ημα του χωρίου:«χίλια έτη έν όφθαλμοίς σου, Κύριε, ως η­μέρα η εχθές» και λυπόταν που δεν έβρισκε άνθρωπο να του λύσει την απορία του αυτή. Συμπτωματικά τότε διέμε­ναν στη μονή οι πρώην πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος και Κυπριανός, και είχαν μαζευτεί πολλοί μονα­χοί απ' όλο το Άγιον Όρος για να λάβουν την ευλογία τους. Κατά την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, πού πα­νηγυρίζει η μονή, και ενώ ο πατριάρχης Κύριλλος πήγαινε να προσκυνήσει τα άγια λείψανα μετά τον καθιερωμένο α­γιασμό, ο παραπάνω μοναχός άκουσε μία φωνή από την ει­κόνα της Βηματάρισσας που του ερμήνευε ακριβώς το νό­ημα του χωρίου. Τότε αυτός ικανοποιημένος για τη λύση της απορίας του με θαυματουργικό τρόπο, ευχαρίστησε με δάκρυα την Κυρία Θεοτόκο. 
Παναγία Παραμυθία
  Είναι  τοιχογραφία  του  14ου αιώνα  πού  παλαιότερα  βρι­σκόταν   στον  εξωνάρκα, μπροστά  από  το  παρεκκλήσιο του Άγίου Νικολάου  και αργότερα μεταφέρθηκε σε προσκυνητάρι στο ομώνυμο παρεκκλήσιο. Παλιά υπήρχε η συνήθεια βγαίνοντας οι πατέρες από το καθολικό να ασπάζονται την εικόνα, και ο ηγούμενος να παραδί­δει τα κλειδιά της μονής στο θυρωρό.
   Ή παράδοση αναφέρει ότι μία μέρα, στα βυζαντινά α­κόμη χρόνια, δίνοντας ο ηγούμενος τα κλειδιά στο θυ­ρωρό, άκουσε τα εξής λόγια από την εικόνα: "Μην ανοί­ξετε σήμερα τις πύλες της μονής, αλλά ανεβείτε στα τείχη και διώξτε τους πειρατές". Η φωνή επανέλαβε για δεύτερη φορά τα ίδια λόγια. Στρέφοντας το βλέμμα του ο ηγούμενος προς τα εκεί είδε το θείο βρέφος να απλώ­νει το χέρι του για να σκεπάσει το στόμα τής μητέρας του λέγοντας: "Μη μεριμνάς, Μητέρα, γι' αυτούς τους αμαρτωλούς· Άφησε τους να τιμωρηθούν από τους πει­ρατές όπως τους αξίζει". Άλλα ή Παναγία, πιάνοντας το χέρι του Χριστού και στρέφοντας λίγο το κεφάλι, επανέ­λαβε τα ίδια λόγια. Οι μοναχοί αμέσως έτρεξαν στα τεί­χη και πράγματι διαπίστωσαν ότι πειρατές είχαν περικυ­κλώσει τη μονή και περίμεναν το άνοιγμα τής πύλης για να τη λεηλατήσουν. Εξαιτίας όμως τής θαυματουργικής επέμβασης τής Θεοτόκου ή μονή σώθηκε. Ή εικόνα πά­ντως διατήρησε έκτοτε τις τελευταίες κινήσεις των θεί­ων προσώπων. Από τότε οι μοναχοί διατηρούν ακοίμητο το καντήλι μπροστά της, τελούν θεία λειτουργία κάθε Παρασκευή και ψάλλουν καθημερινά παράκληση. Παλαι­ότερα υπήρχε ή συνήθεια να γίνονται σ' αυτό τό παρεκκλήσιο οι κουρές των μοναχών.


     Με αυτή την εικόνα συνδέεται και ο βίος του οσίου Νε­οφύτου που διετέλεσε "προσμονάριος" στο Ίδιο παρεκ­κλήσιο. Κάποτε ό όσιος στάλθηκε από τη μονή για να υπη­ρετήσει ένα χρονικό διάστημα σε κάποιο μετόχι στην Εύ­βοια. Εκεί ασθένησε βαριά και παρακάλεσε την Παναγία να τον αξιώσει να πεθάνει στη μονή της μετανοίας του. Αμέ­σως τότε άκουσε μία φωνή να του λέει: "Νεόφυτε, πήγαινε στη μονή και μετά από ένα χρόνο να είσαι έτοιμος". Ο όσι­ος ευχαρίστησε την Παναγία για την παράταση ζωής που του δόθηκε και διέταξε τον υποτακτικό του να ετοιμάσει τα της επιστροφής. Πράγματι, μετά την παρέλευση έτους αφού κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, και ενώ ανέβαινε τη σκάλα, ο όσιος άκουσε πάλι μπροστά στο παρεκκλήσιο της Παραμυθίας τη φωνή της Παναγίας: «Νεόφυτε, ο καιρός της εξόδου σου έφθασεν». Όταν πήγε στο κελί του, αδιαθέτησε και, αφού έλαβε συγχώρεση απ' όλη την αδελφότητα, παρέδωσε το πνεύμα. 
Παναγία «Έσφαγμένη» 
Είναι τοιχογραφία του 14ου αιώνα και βρίσκεται στο νάρθηκα του παρεκκλησίου του Άγιου Δημητρίου. Η παράδοση αναφέρει ότι ένας ιεροδιάκονος και εκκλησιάρχης του καθολικού, λόγω του διακονήματός του, έφθανε στην τράπεζα κάθε μέρα με κάποια καθυστέρηση. Κάποτε όμως, όταν ζήτησε από τον τραπεζάρη φαγητό, κείνος του αρνήθηκε. Ο εκκλησιάρχης αγανακτισμένος επέστρεψε στο ναό και είπε τα εξής μπροστά στην εικόνα: «Μέχρι πότε θα σε υπηρετώ και θα κοπιάζω και εσύ δε. μεριμνάς ούτε για την τροφή μου;». Και παίρνοντας μαχαίρι το χτύπησε στο πρόσωπο της Παναγίας, από το οποίο, σαν να ήταν ζωντανό, άρχισε να τρέχει αίμα, ενώ, αυτός τυφλώθηκε και έπεσε κάτω σαν τρελός. Στη κατάσταση αυτή έμεινε τρία χρόνια σε ένα στασίδι απέναντι από την εικόνα, κλαίγοντας και παρακαλώντας την Παναγία να τον συγχωρήσει. Μετά την παρέλευση των τριών ετών εμφανίστηκε η Παναγία στον ηγούμενο και του ανήγγειλε ότι συγχωρεί τον τολμητία εκκλησιάρχη και του χαρίζει την υγεία του, αλλά το χέρι πού έπραξε την ιεροσυλία θα τιμωρηθεί. Πράγματι, όταν πέθανε, και μετά από τρία χρόνια, σύμφωνα με τις συνήθειες του Αγίου Όρους, έγινε η ανακομιδή του λειψάνου του και αντίθετα με όλο του το σώμα πού είχε λιώσει, το δεξί χέρι παρέμενε άλιωτο και μαύρο. 
     Το χέρι του εκκλησιάρχη φυλάσσεται ως σήμερα στο καθολικό άλλα σε πολύ φθαρμένη κατάσταση, γιατί οι ρώσοι προσκυνητές είχαν τη συνήθεια να παίρνουν τεμάχιά του, εκλαμβάνοντάς το ως άγιο λείψανο. 
     Ένα ακόμη περιστατικό συνδέεται με αυτή την εικόνα. Ένας ιερέας επισκέπτης της μονής αμφισβήτησε το θαύ­μα, άλλα όταν έβαλε το δάκτυλο του στο σημείο της πλη­γής άρχισε αμέσως να τρέχει αίμα. Ο ιερέας έντρομος δεν πρόλαβε να βγει από το καθολικό και έπεσε νεκρός. 
Παναγία Άντιφωνήτρια 
Πρόκειται για τοιχογραφία στο χώρο του «μεσονυκτικού» του καθολικού. Ονομάσθηκε έτσι γιατί από αυτή την εικόνα ακούσθηκε μία φωνή (αντιφώνησε). Ή πα­ράδοση αναφέρει ότι επισκέφθηκε κάποτε τη μονή η βασί­λισσα Πλακιδία, κόρη του Μ. Θεοδοσίου. Ενώ προχωρούσε με σκοπό να μπει στο καθολικό από την πλάγια μικρή πόρ­τα, άκουσε μία φωνή που προερχόταν από την εικόνα: «Στά­σου και μην προχωρείς· γιατί τόλμησες ως γυναίκα και ήλ­θες σ' αυτό τον τόπο;». Έντρομη τότε η βασίλισσα ζήτησε συγχώρεση από την Παναγία και αναχώρησε αμέσως από το Άγιον Όρος. Σε ανάμνηση έξαλλου του θαύματος ε­κείνου ανήγειρε με δικά της έξοδα το παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου. 




Παναγία Έλαιοβρύτισσα 
Ή εικόνα αυτή χρονολογείται στον 14ο αιώνα και βρί­σκεται στο δοχείο της μονής. Από εκεί μεταφέρε­ται στο καθολικό την Παρασκευή της Διακαινησίμου, ήμερα κατά την οποία εορτάζει. Η παράδοση αναφέρει το εξής θαύμα: Σε μία περίοδο έλλειψης λαδιού στη μονή, ο όσιος Γεννάδιος, δοχειάρης της μονής, άρχισε να εξοικονομεί το λάδι δίνοντας μόνο για χρήση της εκκλησίας. Ο μάγειρας όμως διαμαρτυρήθηκε στον ηγούμενο, και ο τελευταίος διέταξε τον όσιο να δίνει αφειδώς λάδι στην αδελφότητα, ελπίζοντας στην πρόνοια της Κυρίας Θεοτόκου. Όταν μία μέρα πήγε στο δοχείο ο όσιος Γεννάδιος, είδε το λάδι να ξεχειλίζει από τη λάρνακα και να έχει φθάσει ως την πόρτα. Έκτοτε η εικόνα έχει μία θαυμάσια ευωδία. 
 




Παναγία Πυροβοληθείσα 
Πρόκειται για τοιχογραφία πού βρίσκεται στο υπέρθυρο της εξωτερικής πύλης της μονής. Κατά το 1822 μία ομάδα Τούρκων οπλιτών έφθασε στη μονή, και ένας α­πό αυτούς, βλέποντας την εικόνα, την πυροβόλησε με μία σφαίρα πού τρύπησε το δεξί χέρι της Παναγίας. Αποτέλε­σμα αυτής της πράξης του ήταν να παραφρονήσει ο ίδιος και να κρεμαστεί σε μία ελιά μπροστά στη μονή. Βλέπον­τας οι άλλοι Τούρκοι τη θεία τιμωρία φοβήθηκαν και εγκα­τέλειψαν αμέσως τη μονή. Επιπλέον, ο αρχηγός του απο­σπάσματος, όταν πληροφορήθηκε την πράξη του στρατιώ­τη, που ήταν ανιψιός του, διέταξε να μην τον θάψουν, άλλα να τον αφήσουν άταφο ως κακούργο. 


Παναγία Παντάνασσα 
Ή θαυματουργή αυτή εικόνα είναι του 17ου αιώνα και βρίσκεται αναρτημένη στο αριστερό προσκυνητάρι του α­νατολικού κίονα του καθολικού. Σύμφωνα με αφη­γήσεις γερόντων της μονής, η πρώτη ένδειξη ότι η εικόνα έχει ιδιαίτερη χάρη είναι το έξης γεγονός: Μία μέρα ένας νέος μπήκε στο ναό και, πηγαίνοντας να προσκυνήσει την εικόνα, άστραψε ξαφνικά το πρόσωπο της Παναγίας και μία αόρατη δύναμη τον έριξε καταγής. Μόλις συνήλθε, εξο­μολογήθηκε με δάκρυα στους πατέρες ότι ζούσε μακριά από τον Θεό και ασχολείτο με τη μαγεία. Η θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου έπεισε το νέο να αλλάξει ζωή και να γίνει άνθρωπος ευσεβής. 
Ή εικόνα αυτή έχει επίσης την Ιδιότητα και ειδική χάρη από τον Θεό να θεραπεύει τη φοβερή ασθένεια του καρκί­νου. Αναρίθμητοι καρκινοπαθείς έχουν θεραπευθεί στις μέρες μας, μετά από παράκληση που εψάλη μπροστά στην Παναγία την Παντάνασσα.


Παναγία Ελεούσα 
Στο Ίδιο παρεκκλήσιο, πάνω στο αριστερό προσκυνητάρι, φυλάσσεται και η εικόνα της Έλεούσας. Χρονολογείται στον 15ο αιώνα και προέρχεται από τη ρωσική σκήτη του Αγίου Ανδρέα, απ' όπου πρόσφατα μεταφέρθηκε στη μο­νή. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δίνει ο Γεράσιμος Σμυρνάκης, η εικόνα παλαιότερα ήταν εντοιχισμένη σε έ­να τζαμί της Κωνσταντινουπόλεως, το όποιο ήταν προη­γουμένως χριστιανικός ναός. Κάποιοι χριστιανοί τεχνίτες, το 1893, ενώ επιδιόρθωναν το τέμενος, ανακάλυψαν την εικόνα και κρυφά την πούλησαν στον  οικονόμο Σωφρόνιο πού διέμενε στο μετόχι της σκήτης, στον Γαλατά. Από εκεί Ρώσοι μοναχοί τη μετέφεραν στο Άγιον Όρος και την το­ποθέτησαν στο κυριακό της σκήτης του Αγίου Ανδρέα.

ΙΕΡΕΣ  ΕΙΚΟΝΕΣ – ΚΑΛΥΒΕΣ – ΣΠΗΛΑΙΑ  Κ.Λ.Π. 
-->
--> 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου