Η ΤΙΜΙΑ ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Το ιερότερο κειμήλιο της μονής Βατοπεδίου
(Ιστορικό σύμφωνα με μοναχικές παραδόσεις)
Η ζώνη της Θεοτόκου, διαιρεμένη σήμερα σε τρία τεμάχια, είναι τό μοναδικό κειμήλιο που
σώζεται από την επίγεια ζωή της. Σύμφωνα με την παράδοση, η ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες καμήλας από την ίδια τη Θεοτόκο, και μετά την κοίμηση Της, κατά τη μετάσταση της, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά. Κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες φυλασσόταν στα Ιεροσόλυμα, και τον 4ο αιώνα τη συναντούμε στη Ζήλα της Καππαδοκίας. Τον ίδιο αιώνα ο Μ. Θεοδόσιος την επανέφερε στα Ιεροσόλυμα, απ' όπου τελικά ο γιος του Αρκάδιος τη μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί κατατίθεται κατ' αρχάς στο ναό των Χαλκοπρατείων, για να καταλήξει αργότερα στο ναό των Βλαχερνών από τον αυτοκράτορα Λέοντα (458). Επί της βασιλείας τού Λέοντος ΣΤ' τού Σοφού (886-912) μεταφέρεται στο παλάτι όπου θεραπεύει την ασθενή σύζυγο του αυτοκράτειρα Ζωή. Αυτή, χάριν ευγνωμοσύνης προς τη Θεοτόκο, κέντησε με χρυσή κλωστή όλη τη ζώνη, έτσι όπως φαίνεται ως σήμερα. Τον 12ο αιώνα, και συγκεκριμένα στα χρόνια της βασιλείας τού Μανουήλ Α' Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθηκε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31 η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα γιορταζόταν μαζί με την εορτή της Εσθήτος της Θεοτόκου, την 1 η Ιουλίου. Στην Κωνσταντινούπολη παρέμεινε ή τίμια ζώνη ως τον 12ο αιώνα, όταν, σε μία ήττα του Ίσαακίου από το βασιλιά της Βουλγαρίας Ασάν (1185), κλάπηκε και μεταφέρθηκε στή Βουλγαρία, απ' όπου αργότερα περιήλθε στα χέρια των Σέρβων. Στη μονή Βατοπαιδίου τη δώρισε ο κνέζης της Σερβίας Λάζαρος Α' (1372-1389) μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του Τιμίου Σταυρού. Από τότε φυλάσσεται στο ιερό βήμα του καθολικού. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας οι αδελφοί της μονής πραγματοποίησαν περιοδείες στην Κρήτη, Μακεδονία, Θράκη, Κωνσταντινούπολη και Μικρά Ασία προς αγιασμό και στήριξη του υπόδουλου ελληνισμού και απαλλαγή από κάθε λοιμική ασθένεια.
σώζεται από την επίγεια ζωή της. Σύμφωνα με την παράδοση, η ζώνη φτιάχτηκε από τρίχες καμήλας από την ίδια τη Θεοτόκο, και μετά την κοίμηση Της, κατά τη μετάσταση της, την παρέδωσε στον απόστολο Θωμά. Κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες φυλασσόταν στα Ιεροσόλυμα, και τον 4ο αιώνα τη συναντούμε στη Ζήλα της Καππαδοκίας. Τον ίδιο αιώνα ο Μ. Θεοδόσιος την επανέφερε στα Ιεροσόλυμα, απ' όπου τελικά ο γιος του Αρκάδιος τη μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί κατατίθεται κατ' αρχάς στο ναό των Χαλκοπρατείων, για να καταλήξει αργότερα στο ναό των Βλαχερνών από τον αυτοκράτορα Λέοντα (458). Επί της βασιλείας τού Λέοντος ΣΤ' τού Σοφού (886-912) μεταφέρεται στο παλάτι όπου θεραπεύει την ασθενή σύζυγο του αυτοκράτειρα Ζωή. Αυτή, χάριν ευγνωμοσύνης προς τη Θεοτόκο, κέντησε με χρυσή κλωστή όλη τη ζώνη, έτσι όπως φαίνεται ως σήμερα. Τον 12ο αιώνα, και συγκεκριμένα στα χρόνια της βασιλείας τού Μανουήλ Α' Κομνηνού (1143-1180), καθιερώθηκε επίσημα η εορτή της Αγίας Ζώνης την 31 η Αυγούστου, ενώ παλαιότερα γιορταζόταν μαζί με την εορτή της Εσθήτος της Θεοτόκου, την 1 η Ιουλίου. Στην Κωνσταντινούπολη παρέμεινε ή τίμια ζώνη ως τον 12ο αιώνα, όταν, σε μία ήττα του Ίσαακίου από το βασιλιά της Βουλγαρίας Ασάν (1185), κλάπηκε και μεταφέρθηκε στή Βουλγαρία, απ' όπου αργότερα περιήλθε στα χέρια των Σέρβων. Στη μονή Βατοπαιδίου τη δώρισε ο κνέζης της Σερβίας Λάζαρος Α' (1372-1389) μαζί με ένα μεγάλο τμήμα του Τιμίου Σταυρού. Από τότε φυλάσσεται στο ιερό βήμα του καθολικού. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας οι αδελφοί της μονής πραγματοποίησαν περιοδείες στην Κρήτη, Μακεδονία, Θράκη, Κωνσταντινούπολη και Μικρά Ασία προς αγιασμό και στήριξη του υπόδουλου ελληνισμού και απαλλαγή από κάθε λοιμική ασθένεια.
Άπειρα είναι τα θαύματα που έχει επιτελέσει κατά καιρούς η τιμία ζώνη· από αυτά θα αναφερθούμε μόνο στα παρακάτω:
Κάποτε η τιμία ζώνη προσκλήθηκε από τους κατοίκους της Αίνου, και οι «αγιαζωνήτες» Βατοπαιδινοί φιλοξενήθηκαν στην οικία ενός ιερέα, του οποίου η σύζυγος κρυφά αφαίρεσε ένα τεμάχιο της. Όταν οι πατέρες επιβιβάσθηκαν στο πλοίο για να αναχωρήσουν, αν και η θάλασσα ήταν γαλήνια, το πλοίο έμενε ακίνητο. Βλέποντας η πρεσβυτέρα το παράξενο αυτό φαινόμενο αισθάνθηκε το σφάλμα της και παρέδωσε στους πατέρες το τεμάχιο της ζώνης, οπότε το πλοίο μπόρεσε αμέσως να αποπλεύσει. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού κατασκευάσθηκε τότε ηδεύτερη θήκη, όπου φυλάσσεται ως σήμερα αυτό το τεμάχιο.
Κατά την επανάσταση του 1821, ύστερα από παράκληση του λαού της Κρήτης που μαστιζόταν από την πανώλη, μεταφέρθηκε η αγία ζώνη στο νησί. Όταν όμως ετοιμάσθηκαν οι μοναχοί να επιστρέψουν στη μονή τους συνέλαβαν οι Τούρκοι και τους οδήγησαν στην αγχόνη, όμως η αγία ζώνη εξαγοράσθηκε από τον πρόξενο της Αγγλίας Δομένικο Σανταντώνιο. Από εκεί η ζώνη μεταφέρθηκε στη Σαντορίνη, στη νέα κατοικία του προξένου. Η είδηση μεταδόθηκε σε όλο το νησί, και μετά από ενημέρωση της μονής από τον επίσκοπο του νησιού, στάλθηκε ο προηγούμενος Διονύσιος, το 1831, στη Σαντορίνη. Ο πρόξενος ζήτησε για την απόδοση της αγίας ζώνης 15.000 γρόσια, και ο λαός με συγκινητική προθυμία συγκέντρωσε το ποσό. Έτσι εξαγοράσθηκε η αγία ζώνη, και ο προηγούμενος Διονύσιος την επανέφερε στη μονή Βατοπαιδίου.
Κάποτε η τιμία ζώνη προσκλήθηκε από τους κατοίκους της Αίνου, και οι «αγιαζωνήτες» Βατοπαιδινοί φιλοξενήθηκαν στην οικία ενός ιερέα, του οποίου η σύζυγος κρυφά αφαίρεσε ένα τεμάχιο της. Όταν οι πατέρες επιβιβάσθηκαν στο πλοίο για να αναχωρήσουν, αν και η θάλασσα ήταν γαλήνια, το πλοίο έμενε ακίνητο. Βλέποντας η πρεσβυτέρα το παράξενο αυτό φαινόμενο αισθάνθηκε το σφάλμα της και παρέδωσε στους πατέρες το τεμάχιο της ζώνης, οπότε το πλοίο μπόρεσε αμέσως να αποπλεύσει. Εξαιτίας του γεγονότος αυτού κατασκευάσθηκε τότε ηδεύτερη θήκη, όπου φυλάσσεται ως σήμερα αυτό το τεμάχιο.
Κατά την επανάσταση του 1821, ύστερα από παράκληση του λαού της Κρήτης που μαστιζόταν από την πανώλη, μεταφέρθηκε η αγία ζώνη στο νησί. Όταν όμως ετοιμάσθηκαν οι μοναχοί να επιστρέψουν στη μονή τους συνέλαβαν οι Τούρκοι και τους οδήγησαν στην αγχόνη, όμως η αγία ζώνη εξαγοράσθηκε από τον πρόξενο της Αγγλίας Δομένικο Σανταντώνιο. Από εκεί η ζώνη μεταφέρθηκε στη Σαντορίνη, στη νέα κατοικία του προξένου. Η είδηση μεταδόθηκε σε όλο το νησί, και μετά από ενημέρωση της μονής από τον επίσκοπο του νησιού, στάλθηκε ο προηγούμενος Διονύσιος, το 1831, στη Σαντορίνη. Ο πρόξενος ζήτησε για την απόδοση της αγίας ζώνης 15.000 γρόσια, και ο λαός με συγκινητική προθυμία συγκέντρωσε το ποσό. Έτσι εξαγοράσθηκε η αγία ζώνη, και ο προηγούμενος Διονύσιος την επανέφερε στη μονή Βατοπαιδίου.
Ότι όμως συνέβη στην Αίνο με τη σύζυγο του ιερέα, το ίδιο περίπου επαναλήφθηκε και με τη σύζυγο του προξένου. Αυτή, κρυφά από το σύζυγο της, είχε κόψει ένα τεμάχιο της άγιας ζώνης προτού την παραδώσουν στον προηγούμενο Διονύσιο, με αποτέλεσμα μετά από σύντομο χρονικό διάστημα ο σύζυγος της να πεθάνει ξαφνικά, και η μητέρα με την αδελφή της να ασθενήσουν βαριά. Γι' αυτό, με επιστολή της το 1839, παρακάλεσε τη μονή να στείλει εκπροσώπους για να παραλάβουν το τεμάχιο.
Το 1864 η άγια ζώνη μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, εξαιτίας της χολέρας πού μάστιζε τους κατοίκους της πόλης. Μόλις πλησίασε το καράβι στο λιμάνι ή χολέρα έπαυσε, και κανένας από τους ασθενείς δεν πέθανε. Αυτό το παράδοξο θαύμα κίνησε την περιέργεια του σουλτάνου, που προσκάλεσε την τιμία ζώνη στα ανάκτορα για να την ασπασθεί.
Κατά το διάστημα της παραμονής της άγιας ζώνης στην Κωνσταντινούπολη, ένας Έλληνας κάτοικος του Γαλατά ζήτησε να μεταφερθεί στην οικία του, γιατί ό γιος του ασθενούσε βαριά. Όταν όμως έφθασε η άγια ζώνη στην οικία του ασθενούς, εκείνος είχε ήδη πεθάνει. Οι πατέρες όμως δεν απελπίσθηκαν, αντίθετα, ζήτησαν να δουν τον νεκρό, και μόλις τοποθέτησαν επάνω του την τιμία ζώνη αυτός αναστήθηκε.
Το 1894 η τιμία ζώνη προσκλήθηκε στη Μάδυτο της Μικράς Ασίας, εξαιτίας μιας επιδημίας ακρίδας πουκατέστρεφε τα δέντρα και τους αγρούς. Όταν το πλοίο πού μετέφερε τη ζώνη έφθασε στο λιμάνι ο ουρανός καλύφθηκε από σύννεφα ακρίδων, που άρχισαν να πέφτουν στη θάλασσα, ώστε το πλοίο να δυσκολεύεται να αγκυροβολήσει. Βλέποντας οι κάτοικοι της Μαδύτου το θαύμα έψαλλαν συνεχώς από την παραλία το «Κύριε ελέησον».
Το 1864 η άγια ζώνη μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, εξαιτίας της χολέρας πού μάστιζε τους κατοίκους της πόλης. Μόλις πλησίασε το καράβι στο λιμάνι ή χολέρα έπαυσε, και κανένας από τους ασθενείς δεν πέθανε. Αυτό το παράδοξο θαύμα κίνησε την περιέργεια του σουλτάνου, που προσκάλεσε την τιμία ζώνη στα ανάκτορα για να την ασπασθεί.
Κατά το διάστημα της παραμονής της άγιας ζώνης στην Κωνσταντινούπολη, ένας Έλληνας κάτοικος του Γαλατά ζήτησε να μεταφερθεί στην οικία του, γιατί ό γιος του ασθενούσε βαριά. Όταν όμως έφθασε η άγια ζώνη στην οικία του ασθενούς, εκείνος είχε ήδη πεθάνει. Οι πατέρες όμως δεν απελπίσθηκαν, αντίθετα, ζήτησαν να δουν τον νεκρό, και μόλις τοποθέτησαν επάνω του την τιμία ζώνη αυτός αναστήθηκε.
Το 1894 η τιμία ζώνη προσκλήθηκε στη Μάδυτο της Μικράς Ασίας, εξαιτίας μιας επιδημίας ακρίδας πουκατέστρεφε τα δέντρα και τους αγρούς. Όταν το πλοίο πού μετέφερε τη ζώνη έφθασε στο λιμάνι ο ουρανός καλύφθηκε από σύννεφα ακρίδων, που άρχισαν να πέφτουν στη θάλασσα, ώστε το πλοίο να δυσκολεύεται να αγκυροβολήσει. Βλέποντας οι κάτοικοι της Μαδύτου το θαύμα έψαλλαν συνεχώς από την παραλία το «Κύριε ελέησον».
Ως τις ήμερες μας η τιμία ζώνη συνεχίζει να επιτελεί πάρα πολλά θαύματα, και ειδικά στις στείρες γυναίκες, στις οποίες, όταν το ζητήσουν, δίδεται τεμάχιο κορδέλας από τη θήκη της ζώνης και, εάν έχουν πίστη, καθίστανται έγκυες.
ΟΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ
(Ιστορικό σύμφωνα με μοναχικές παραδόσεις)
Παναγία Βηματάρισσα ή Κτητόρισσα
Η εικόνα αυτή λέγεται και «Κτητόρισσα», γιατί η ανεύρεσή της έγινε την εποχή των τριών κτητόρων της μονής, Αθανασίου, Νικολάου και Αντωνίου. Σε ανάμνηση μάλιστα του θαύματος εκείνου ψάλεται παρακλητικός κανόνας στην Ύπεραγία Θεοτόκο κάθε Δευτέρα εσπέρας, και κάθε Τρίτη τελείται στο καθολικό θεία λειτουργία.
Και ένα άλλο περιστατικό συνδέεται με την εικόνα αυτή. Κάποτε ένας μοναχός δυσκολευόταν να κατανοήσει το νόημα του χωρίου:«χίλια έτη έν όφθαλμοίς σου, Κύριε, ως ημέρα η εχθές» και λυπόταν που δεν έβρισκε άνθρωπο να του λύσει την απορία του αυτή. Συμπτωματικά τότε διέμεναν στη μονή οι πρώην πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλος και Κυπριανός, και είχαν μαζευτεί πολλοί μοναχοί απ' όλο το Άγιον Όρος για να λάβουν την ευλογία τους. Κατά την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, πού πανηγυρίζει η μονή, και ενώ ο πατριάρχης Κύριλλος πήγαινε να προσκυνήσει τα άγια λείψανα μετά τον καθιερωμένο αγιασμό, ο παραπάνω μοναχός άκουσε μία φωνή από την εικόνα της Βηματάρισσας που του ερμήνευε ακριβώς το νόημα του χωρίου. Τότε αυτός ικανοποιημένος για τη λύση της απορίας του με θαυματουργικό τρόπο, ευχαρίστησε με δάκρυα την Κυρία Θεοτόκο.
Παναγία Παραμυθία
Είναι τοιχογραφία του 14ου αιώνα πού παλαιότερα βρισκόταν στον εξωνάρθηκα, μπροστά από το παρεκκλήσιο του Άγίου Νικολάου και αργότερα μεταφέρθηκε σε προσκυνητάρι στο ομώνυμο παρεκκλήσιο. Παλιά υπήρχε η συνήθεια βγαίνοντας οι πατέρες από το καθολικό να ασπάζονται την εικόνα, και ο ηγούμενος να παραδίδει τα κλειδιά της μονής στο θυρωρό.
Ή παράδοση αναφέρει ότι μία μέρα, στα βυζαντινά ακόμη χρόνια, δίνοντας ο ηγούμενος τα κλειδιά στο θυρωρό, άκουσε τα εξής λόγια από την εικόνα: "Μην ανοίξετε σήμερα τις πύλες της μονής, αλλά ανεβείτετείχη και διώξτε τους πειρατές". Η φωνή επανέλαβε για δεύτερηφορά τα ίδια λόγια. Στρέφοντας το βλέμμα του ο ηγούμενος προς τα εκεί είδε το θείο βρέφος να απλώνει το χέρι του για να σκεπάσει το στόμα τής μητέρας του λέγοντας: "Μη μεριμνάς, Μητέρα, γι' αυτούς τους αμαρτωλούς· Άφησε τους να τιμωρηθούν από τους πειρατές όπως τους αξίζει". Άλλα ή Παναγία, πιάνοντας το χέρι του Χριστού και στρέφονταςλίγο το κεφάλι, επανέλαβε τα ίδια λόγια. Οι μοναχοί αμέσως έτρεξαντείχη και πράγματι διαπίστωσαν ότι πειρατές είχαν περικυκλώσει τη μονή και περίμεναν το άνοιγμα τής πύλης για να τη λεηλατήσουν. Εξαιτίας όμως τής θαυματουργικής επέμβασης τής Θεοτόκου ή μονή σώθηκε. Ή εικόνα πάντως διατήρησεέκτοτε τις τελευταίες κινήσεις των θεί στα στα ων προσώπων. Από τότε οι μοναχοί διατηρούν ακοίμητο το καντήλι μπροστά της, τελούν θεία λειτουργία κάθε Παρασκευή και ψάλλουν καθημερινά παράκληση. Παλαιότερα υπήρχε ή συνήθεια να γίνονται σ' αυτό το παρεκκλήσιον οι κουρές των μοναχών.
Με αυτή την εικόνα συνδέεται και ο βίος του οσίου Νεοφύτου που διετέλεσε "προσμονάριος" στο Ίδιο παρεκκλήσιο. Κάποτε ό όσιος στάλθηκε από τη μονή για να υπηρετήσει ένα χρονικό διάστημα σε κάποιο μετόχι στην Εύβοια. Εκεί ασθένησε βαριά και παρακάλεσε την Παναγία να τον αξιώσει να πεθάνει στη μονή της μετανοίας του. Αμέσως τότε άκουσε μία φωνή να του λέει: "Νεόφυτε, πήγαινε στη μονή και μετά από ένα χρόνο να είσαι έτοιμος". Ο όσιος ευχαρίστησε την Παναγία για την παράταση ζωής που του δόθηκε και διέταξε τον υποτακτικό του να ετοιμάσει τα της επιστροφής. Πράγματι, μετά την παρέλευση έτους αφού κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων, και ενώ ανέβαινε τη σκάλα, ο όσιος άκουσε πάλι μπροστά στο παρεκκλήσιο της Παραμυθίας τη φωνή της Παναγίας: «Νεόφυτε, ο καιρός της εξόδου σου έφθασεν». Όταν πήγε στο κελί του, αδιαθέτησε και, αφού έλαβε συγχώρεση απ' όλη την αδελφότητα, παρέδωσε το πνεύμα.
Παναγία «Έσφαγμένη»
Είναι τοιχογραφία του 14ου αιώνα και βρίσκεται στο νάρθηκα του παρεκκλησίου του Άγιου Δημητρίου. Η παράδοση αναφέρει ότι ένας ιεροδιάκονος και εκκλησιάρχης του καθολικού, λόγω του διακονήματός του, έφθανε στην τράπεζα κάθε μέρα με κάποια καθυστέρηση. Κάποτε όμως, όταν ζήτησε από τον τραπεζάρη φαγητό, κείνος του αρνήθηκε. Ο εκκλησιάρχης αγανακτισμένος επέστρεψε στο ναό και είπε τα εξής μπροστά στην εικόνα: «Μέχρι πότε θα σε υπηρετώ και θα κοπιάζω και εσύ δε. μεριμνάς ούτε για την τροφή μου;». Και παίρνοντας μαχαίρι το χτύπησε στο πρόσωπο της Παναγίας, από το οποίο, σαν να ήταν ζωντανό, άρχισε να τρέχει αίμα, ενώ, αυτός τυφλώθηκε και έπεσε κάτω σαν τρελός. Στη κατάσταση αυτή έμεινε τρία χρόνια σε ένα στασίδι απέναντι από την εικόνα, κλαίγοντας και παρακαλώντας την Παναγία να τον συγχωρήσει. Μετά την παρέλευση των τριών ετών εμφανίστηκε η Παναγία στον ηγούμενο και του ανήγγειλε ότι συγχωρεί τον τολμητία εκκλησιάρχη και του χαρίζει την υγεία του, αλλά το χέρι πού έπραξε την ιεροσυλία θα τιμωρηθεί. Πράγματι, ρόνια,σύμφωνα με τις συνήθειες του Αγίου Όρους, έγινε η ανακομιδή του λειψάνου του και αντίθετα με όλο του το σώμα πού είχε λιώσει, το δεξί χέρι παρέμενε άλιωτο και μαύρο.
Το χέρι του εκκλησιάρχη φυλάσσεται ως σήμερα στο καθολικό άλλα σε πολύ φθαρμένη κατάσταση, γιατί οιρώσοι προσκυνητές είχαν τη συνήθεια να παίρνουν τεμάχιά του, εκλαμβάνοντάς το ως άγιο λείψανο.
Ένα ακόμη περιστατικό συνδέεται με αυτή την εικόνα. Ένας ιερέας επισκέπτης της μονής αμφισβήτησε το θαύμα, άλλα όταν έβαλε το δάκτυλο του στο σημείο της πληγής άρχισε αμέσως να τρέχει αίμα. Ο ιερέας έντρομος δεν πρόλαβε να βγει από το καθολικό και έπεσε νεκρός.
Παναγία Άντιφωνήτρια
Πρόκειται για τοιχογραφία στο χώρο του «μεσονυκτικού» του καθολικού. Ονομάσθηκε έτσι γιατί από αυτή την εικόνα ακούσθηκε μία φωνή (αντιφώνησε). Ή παράδοση αναφέρει ότι επισκέφθηκε κάποτε τη μονή η βασίλισσα Πλακιδία, κόρη του Μ. Θεοδοσίου. Ενώ προχωρούσε με σκοπό να μπει στο καθολικό από την πλάγια μικρή πόρτα, άκουσε μία φωνή που προερχόταν από την εικόνα: «Στάσου και μην προχωρείς· γιατί τόλμησες ως γυναίκα και ήλθες σ' αυτό τον τόπο;». Έντρομη τότε η βασίλισσα ζήτησε συγχώρεση από την Παναγία και αναχώρησε αμέσως από το Άγιον Όρος. Σε ανάμνηση έξαλλου του θαύματος εκείνου ανήγειρε με δικά της έξοδα το παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου.
Παναγία Ελεούσα
Στο Ίδιο παρεκκλήσιο, πάνω στο αριστερό προσκυνητάρι, φυλάσσεται και η εικόνα της Έλεούσας. Χρονολογείταιστον 15ο αιώνα και προέρχεται από τη ρωσική σκήτη του Αγίου Ανδρέα, απ' όπου πρόσφατα μεταφέρθηκε στη μονή. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που δίνει ο Γεράσιμος Σμυρνάκης, η εικόνα παλαιότερα ήταν εντοιχισμένη σε ένα τζαμί της Κωνσταντινουπόλεως, το όποιο ήταν προηγουμένως χριστιανικός ναός. Κάποιοι χριστιανοί τεχνίτες, το 1893, ενώ επιδιόρθωναν το τέμενος, ανακάλυψαν την εικόνα και κρυφά την πούλησαν στον οικονόμο Σωφρόνιο πού διέμενε στο μετόχι της σκήτης, στον Γαλατά. Από εκεί Ρώσοι μοναχοί τη μετέφεραν στο Άγιον Όρος και την τοποθέτησαν στο κυριακό της σκήτης του Αγίου Ανδρέα.
Παναγία Έλαιοβρύτισσα
Ή εικόνα αυτή χρονολογείται στον 14ο αιώνα και βρίσκεται στο δοχείο της μονής. Από εκεί μεταφέρεται στο καθολικό την Παρασκευή της Διακαινησίμου, ήμερα κατά την οποία εορτάζει. Η παράδοση αναφέρει το εξής θαύμα: Σε μία περίοδο έλλειψης λαδιού στη μονή, ο όσιος Γεννάδιος, δοχειάρης της μονής, άρχισε να εξοικονομεί τολάδι δίνοντας μόνο για χρήση της εκκλησίας. Ο μάγειρας όμως διαμαρτυρήθηκε στον ηγούμενο, και ο τελευταίος διέταξε τον όσιο να δίνει αφειδώς λάδι στην αδελφότητα, ελπίζοντας στην πρόνοια της Κυρίας Θεοτόκου. Όταν μία μέρα πήγε στο δοχείο ο όσιος Γεννάδιος, είδε το λάδι να ξεχειλίζει από τη λάρνακα και να έχει φθάσει ως την πόρτα. Έκτοτε η εικόνα έχει μία θαυμάσια ευωδία.
Παναγία Πυροβοληθείσα
Πρόκειται για τοιχογραφία πού βρίσκεται στο υπέρθυρο της εξωτερικής πύλης της μονής. Κατά το 1822 μία ομάδα Τούρκων οπλιτών έφθασε στη μονή, και ένας από αυτούς, βλέποντας την εικόνα, την πυροβόλησε με μία σφαίρα πού τρύπησε το δεξί χέρι της Παναγίας. Αποτέλεσμα αυτής της πράξης του ήταν να παραφρονήσει ο ίδιος και να κρεμαστεί σε μία ελιά μπροστά στη μονή. Βλέποντας οι άλλοι Τούρκοι τη θεία τιμωρία φοβήθηκαν και εγκατέλειψαν αμέσως τη μονή. Επιπλέον, ο αρχηγός του αποσπάσματος, όταν πληροφορήθηκε την πράξη του στρατιώτη, που ήταν ανιψιός του, διέταξε να μην τον θάψουν, άλλα να τον αφήσουν άταφο ως κακούργο.
Παναγία Παντάνασσα
Ή θαυματουργή αυτή εικόνα είναι του 17ου αιώνα και βρίσκεται αναρτημένη στο αριστερό προσκυνητάρι του ανατολικού κίονα του καθολικού. Σύμφωνα με αφηγήσεις γερόντων της μονής, η πρώτη ένδειξη ότι η εικόνα έχει ιδιαίτερη χάρη είναι το έξης γεγονός: Μία μέρα ένας νέος μπήκε στο ναό και, πηγαίνοντας να προσκυνήσει την εικόνα, άστραψε ξαφνικά το πρόσωπο της Παναγίας και μία αόρατη δύναμη τον έριξε καταγής. Μόλις συνήλθε, εξομολογήθηκε με δάκρυα στους πατέρες ότι ζούσε μακριά από τον Θεό και ασχολείτο με τη μαγεία. Η θαυματουργική επέμβαση της Θεοτόκου έπεισε το νέο να αλλάξει ζωή και να γίνει άνθρωπος ευσεβής.
Ή εικόνα αυτή έχει επίσης την Ιδιότητα και ειδική χάρη από τον Θεό να θεραπεύει τη φοβερή ασθένεια του καρκίνου. Αναρίθμητοι καρκινοπαθείς έχουν θεραπευθεί στις μέρες μας, μετά από παράκληση που εψάλη μπροστά στην Παναγία την Παντάνασσα.